παραδειγματικῆς

παραδειγματικῆς
παραδειγματικός
consisting of
fem gen sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Ελλάδα - Θέατρο — ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ Ένας λαός που έχει έξι πτώσεις και κλίνει τα ρήματά του με χίλιους τρόπους, έχει μια πλήρη, συλλογική και υπερχειλίζουσα ψυχή. Αυτός ο λαός, που δημιούργησε μια τέτοια γλώσσα, χάρισε τον πλούτο της ψυχής του σε όλο το… …   Dictionary of Greek

  • Λουκρήτιος — (Titus Lucretius Carus, Καμπανία 99; – 55 π.Χ.). Λατίνος ποιητής, συγγραφέας του εξάτομου ποιήματος Περί της φύσης των πραγμάτων (De rerum naturae). Σύμφωνα με μία πληροφορία που παραδίδει ο άγιος Ιερώνυμος, ο Λ. παραφρόνησε εξαιτίας ενός… …   Dictionary of Greek

  • Νιζίνσκι, Βασλάβ — (Vaslav Fomic Nizinsky,Κίεβο 1890 – Λονδίνο 1950). Ρώσος χορευτής και χορογράφος. Πήρε το δίπλωμά του στην Αγία Πετρούπολη το 1908 και αμέσως τον κάλεσαν να γίνει μέλος των ρωσικών μπαλέτων του Ντιαγκίλεφ, όπου ο χορός του προκάλεσε στο κοινό… …   Dictionary of Greek

  • Ρακίνας, Ιωάννης — (Racin, Λα Φερτέ Μιλόν, Eν 1639 – Παρίσι 1699). Ελληνοποιημένος τύπος του επωνύμου του Γάλλου θεατρικού συγγραφέα Ρασέν. θεατρικός συγγραφέας. Έμεινε ορφανός και ανατράφηκε στο ιανσενιστικό περιβάλλον με το οποίο συνδεόταν η οικογένειά του. Στις… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”